ΟΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΙΓΙΝΑ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟ 1821
Κατά την επανάσταση του 1821 η Αίγινα εξαιτίας της σημαντικής της γεωγραφικής θέσης έπαιξε έναν πολύπλευρο ρόλο. Στάθηκε ο συγκοινωνιακός κόμβος ανάμεσα σε Αττική, Πελοπόννησο και Κυκλάδες.
Σε μια εποχή που οι δρόμοι της στεριάς ήταν κλειστοί κι επικίνδυνοι, η μεταφορά στρατευμάτων κι εφοδίων γινόταν απ' το θαλασσινό δρόμο του Σαρωνικού, που ήταν συντομότερος κι ασφαλέστερος με πέρασμα πάντα την Αίγινα, η οποία μ' αυτόν τον τρόπο έγινε βάση ανεφοδιασμού και μεταφορών, ιδίως στα 1826 και 1827, οπότε το νησί στάθηκε το κέντρο για την οργάνωση και την ενίσχυση των επιχειρήσεων στην Αττική και αργότερα στη Δυτική Στερεά Ελλάδα.
Εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης και της κάλυψης της από τους στόλους της Ύδρας, των Σπετσών, αργότερα και των Ψαρών, έγινε η Αίγινα απ' την αρχή της επανάστασης, καταφύγιο χιλιάδων προσφύγων από όλες τις άλλες ελληνικές περιοχές.
Μετά την καταστροφή των Ψαρών (1825) εγκαταστάθηκε στην Αίγινα η επιτροπή και το μεγαλύτερο μέρος των Ψαριανών. Η Αίγινα έγινε έτσι το κέντρο της πολιτικής, εμπορικής και πολεμικής τους δράσης και η βάση του στόλου τους.
Η Αίγινα έγινε ακόμα το κέντρο των ευρωπαϊκών επεμβάσεων και ανταγωνισμών, ιδίως μετά την εγκατάσταση της ελληνικής κυβέρνησης. Στο μεγάλο όρμο του Μαραθώνα αγκυροβολούσαν τα ευρωπαϊκά εμπορικά και πολεμικά πλοία. Κάποιοι φιλικοί ταξίδευαν εκεί για εμπόριο και για προπαγάνδα.
Στην επανάσταση πήραν μέρος πολλοί Αιγινήτες. Πολέμησαν
στο Χάνι της Γραβιάς, στη μάχη του Αγινορίου, στο Φάληρο,
βοήθησαν στον ανεφοδιασμό της Ακρόπολης με το Φαβιέρο
καθώς και το Μοναστήρι της Χρυσολεόντισσας συμμετείχε
δίνοντας πολλά χρήματα και τρόφιμα για τον αγώνα.
Η οικονομική άνθιση που παρουσίασε η Αίγινα στις παραμονές
του ξεσηκωμού του 1821 είναι ένα φαινόμενο, το οποίο
παρατηρήθηκε και στα άλλα νησιά, όπως στην Ύδρα, στον
Πόρο, στις Σπέτσες, στα Ψαρά κ.α. Το αποτέλεσμα ήταν
να βρεθούν όλα τα νησιά αυτά, κατά την έκρηξη της επανάστασης
μ' έναν αξιόλογο και αξιόμαχο στόλο, (ο οποίος, όταν
χρειάστηκε μετατράπηκε σε δραστικό πολεμικό όπλο κατά
των τυράννων κι έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη νικηφόρο
έκβαση του κατά θάλασσα πολέμου.
Κατά τον Α. Λιγνό, που με πολλή εμβρύθεια και ιδιαίτερη
προσοχή, μελέτησε τη συνεισφορά των νησιών του Αργοσαρωνικού
στον αγώνα, η Αίγινα στις παραμονές του 1821 διέθετε
68 σκάφη.
Στις 23 Μαρτίου 1821 η Αίγινα επαναστάτησε εναντίον
των Τούρκων συγχρόνως με τον Πόρο και τη Σαλαμίνα,
ακολουθώντας
το Παράδειγμα των Σπετσών.
Ο προύχοντας της Αίγινας Μάρκελλος έστειλε στην Κάρυστο
ένα πολεμικό βρίκι με το οποίο οι Αιγινήτες άρπαξαν
μερικά τηλεβόλα από την παραλία της Καρύστου κι επέστρεψαν
στο
νησί τους. Αυτά τα τηλεβόλα χρησιμοποιήθηκαν στην πολιορκία
του Ακροκορίνθου. Αρχηγοί της Αίγινας εκείνη την εποχή
ήταν ο Σπύρος Μάρκελλος και ο Γιώργος Λογιωτατίδης,
οι οποίοι συγκροτούσαν το στρατό τους με δικά τους
έξοδα.
Στη μάχη του Φαλήρου, αρχηγοί των Αιγινητών πολεμιστών,
ήταν τ' αδέλφια Τσελεπή, οι οποίοι αιχμαλωτίστηκαν
απ' τους Τούρκους. Κατά τον ανεφοδιασμό της Ακρόπολης
της
Αθήνας απ' το Φαβιέρο, οι Αιγινήτες πολέμησαν κάτω
απ' τους αρχηγούς τους Κώστα Λιούργο, Μούρτζη και Λαλαούνη.
Στην Κόρινθο οι Αιγινήτες τάχθηκαν στις διαταγές του
Αναγνώστη Πετιμεζά και άλλοι υπό τον Δ. Υψηλάντη και
εξεστράτευσαν στο μοναστήρι της Φανερωμένης κι εναντίον
των πασάδων Ομέρ Βρυώνη και Μεχμέτ, που το 1821 είχαν
εισβάλλει στην Α. Ελλάδα.
Τον επόμενο χρόνο, 1826 -
28 Ιουλίου βοήθησαν και οι Αιγινήτες στην καταστροφή
της
δεύτερης φάλαγγας του Δράμαλη στη νικηφόρα μάχη του
Αγινορίου και των Δερβενακίων. Σε αυτή τη μάχη διακρίθηκαν
οι Αιγινήτες
Λαλαουνης, Κάτσας, Σώρρος, Μούρτζινος, Λυκούρης, οι
αδελφοί Καρύδη (Τσελέπηδες) και πολλοί άλλοι.
Μετά οι Αιγινήτες πήραν μέρος στη μάχη της Αγ. Μαρίνας
και της Στυλίδας υπό τις διαταγές του Νικηταρά, ενώ
στη μάχη στο Αγινόρι πολέμησαν με αρχηγό το Γεώργιο
Λύκο.
Αιγηνήτες πολέμησαν ακόμη, παίρνοντας μέρος στην εκστρατεία
της Αθήνας, το 1826, στο πλευρό του αρχιστράτηγου Καραϊσκάκη
στην οποία διακρίθηκαν. Στην άτυχη μάχη του Ανάλατου,
ανάμεσα στους αιχμαλώτους περιλαμβανόταν κι ο Αιγινήτης
Τσελεπής που εκτελέστηκε μαζί με όλους τους αιχμαλώτους
μετά από διαταγή του Κουταχή.
Στις 21 Δεκεμβρίου του 1826 ο Κέιντεκ έφτασε στην Αίγινα
και αφού επισκέπτηκε την εκεί βουλή σε συνεδρία, προσπάθησε,
χωρίς επιτυχία, να πληροφορηθεί τι κεφάλαια, χρειάζονταν
οι Έλληνες για να ιδρυθεί τακτικός στρατός.
Ακόμα η Αίγινα στις διάφορες κρίσιμες ιστορικές φάσεις
του τόπου μας, χρησίμευε ως καταφύγιο του άμαχου πληθυσμού. Στα χρόνια της επανάστασης του 21, η Αίγινα έγινε τόπος
συγκέντρωσης πλουσίων οικογενειών, πολιτικών, στρατιωτικών
και πνευματικών προσωπικοτήτων.
Κατά την περίοδο 1821 με 1828 κατοικούσαν την Αίγινα
οικογένειες: Ζαχαρίτσα, Καλιφρονά, Χαλκοκονδύλη, οι
Φίλιππος Ιωάννου, Σπυρίδων Τρικούπης, Χρ. Κλωνάρης,
Μάρκος Δραγούμης,
οι αδελφοί Νικήτας και Παναγιώτης Σπακόπουλοι, ο Ικέσιος,
ο Βενιαμίν Λέσβιος, ο Μαυροκορδάτος, ο Πετρόμπεης,
ο Κανάρης, ο Γεώργιος Φίνλεϋ και πολλοί άλλοι.
Επίσης η Αίγινα δέχτηκε ομαδικά το 1824, τη μεγάλη
κοινότητα των Ψαριανών, μετά το ολοκαύτωμα του νησιού
τους. Οι
Ψαριανοί συγκρότησαν μια δραστήρια και οικονομικά εύρωστη
παροικία. Επίσης καταδίωξαν αποτελεσματικά την πειρατεία
και με τα πλοία τους πήραν ενεργά μέρος στον αγώνα.
Άλλοι σημαντικοί Αιγινήτες αγωνιστές είναι οι εξής:
Βελισάριος Αιγινήτης: πολέμησε στην Εύβοια και στην
πολιορκία
της Άμφισσας το 1824. Παναγιώτης Αιγινήτης: Πλοίαρχος και ιδιοκτήτης του
σκάφους "Ασώματος".
Συμμετείχε σε πολλές ναυμαχίες. Χρήστος Αιγινήτης: Πολέμησε κατά της στρατιάς του Κιουταχή
(1826).
Ακόμα φαίνεται πως η πειρατεία άνθιζε στην Αίγινα,
στην οποία λειτουργούσε σε πλήρη δράση σημαντικό ορμητήριο
των πειρατών. Μάλιστα τον Ιούνιο του 1826, ο Δεριγνύ
αποβίβασε στην Αίγινα αιφνιδιαστικά ναυτικά αγήματα
και
κατάφερε να ξεριζώσει ένα επικίνδυνο άντρο πειρατών,
που δρούσε στο νησί.
Στην Παλιαχώρα κατάφευγαν οι Αιγινήτες όταν κινδύνευαν
απο τους πειρατές. Μερικοί από τους Αιγινήτες ναυτικούς που πήραν
μέρος στον αγώνα ήταν οι εξής: Γ. Καλαμαράς, Σ. Γιαννούλης, Μ. Χελιώτης, Στ. Μούρτζης,
Στ. Μπόγρης, Ελ. Χελιώτης, Ιωαν. Μουτσάτσος, Δ.
Μαυρέας, Θ. Χελιώτης, Δ. Καλαμαράς, Γ. Βέσης, Στ.
Ψευτοσταμάτης
κ ά. |